Το ερώτημα “ποιός μιλάει περισσότερο στην τάξη;” έχει πολλάκις απασχολήσει εκπαιδευτικούς και ερευνητές, οι οποίοι προσπαθούν εδώ και χρόνια να ανακαλύψουν τη «χρυσή συνταγή», τη μέθοδο διδασκαλίας που θα επιφέρει τα θετικότερα αποτελέσματα στην εκμάθηση της Αγγλικής ως ξένη γλώσσα.

Οι τακτικές πολλές, όπως επίσης και οι θεωρίες, σχετικά με το ποιός πρέπει να μιλάει περισσότερο μέσα στην τάξη, ο καθηγητής ή οι μαθητές; Οι υποστηρικτές της πρώτης περίπτωσης θεωρούν ότι ο καθηγητής, έχοντας τις απαραίτητες γνώσεις και την επαγγελματική κατάρτιση, είναι αυτός που πρέπει να εκθέσει τους μαθητές στην ορθή χρήση της Αγγλικής, δίνοντας με το λόγο του το καλό παράδειγμα. Η αντίθετη άποψη θέλει τους μαθητές να χρησιμοποιούν τη γλώσσα περισσότερο από τον καθηγητή μέσα στην τάξη, έστω κι αν κάνουν λάθη, γιατί μόνον έτσι θα αποκτήσουν αυτοπεποίθηση ως ομιλητές μιας ξένης γλώσσας.

Οι τελευταίες μελέτες πάντως δείχνουν πως οι μαθητές αποκτούν ευφράδεια στη χρήση της Αγγλικής γλώσσας, όταν τους δίνονται ευκαιρίες να τη χρησιμοποιήσουν για κάποιο συγκεκριμένο και ουσιαστικό σκοπό, ειδικά μέσα από τη συμμετοχή τους σε διαδραστικές δραστηριότητες. Στη διαδικασία της μάθησης, ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες είναι το κίνητρο, το οποίο πρέπει ο καθηγητής να δίνει στους μαθητές για να μιλούν περισσότερο. Ένα αποδεδειγμένα καλό κίνητρο είναι η συνεργασία των μαθητών σε ομάδες για την επίτευξη ενός κοινού στόχου κατά την οποία η επικοινωνία γίνεται μόνο στα Αγγλικά.

Ωστόσο, είναι σημαντικό ο καθηγητής να επιβλέπει τις ομάδες και να επεμβαίνει όταν χρειάζεται για να διορθώσει εκφραστικά λάθη, να λύσει απορίες ή και να διευκολύνει την επικοινωνία. Σε κάθε περίπτωση, ο στόχος της ομάδας πρέπει να είναι σαφής από την αρχή με ξεκάθαρες οδηγίες, κατευθυντήριες γραμμές και βοηθήματα για την επίτευξή του.