Ο όρος Δυσλεξία εντάσσεται στις Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες και αναφέρεται σε ανομοιογενείς δυσκολίες που είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ανάγνωση, τη γραφή, την ορθογραφία, τα μαθηματικά, την κρίση και γενικότερα την ικανότητα του παιδιού για μάθηση. Οι δυσκολίες αυτές δεν οφείλονται σε αρνητικούς ψυχοπεριβαλλοντικούς παράγοντες ή σε χαμηλή νοημοσύνη. Αν και οι δυσκολίες στο μαθησιακό τομέα είναι ποικίλες, δεν έχουν όλα τα παιδιά τις ίδιες δυσκολίες ούτε είναι απαραίτητο ένα παιδί να εμφανίζει όλα τα χαρακτηριστικά συμπτώματα.

Δυσλεξία και Ξένες Γλώσσες: Πώς συνδέονται;

Με τη διδασκαλία μιας ξένης γλώσσας εισάγουμε τα παιδιά σε ένα άλλο γλωσσικό σύστημα, το οποίο διαφέρει από το μητρικό τους στη γραφή, στους φθόγγους, στην προφορά, στο λεξιλόγιο, στις γραμματικές και συντακτικές δομές μέσα στην πρόταση. Συχνά κατά τη διδασκαλία μιας ξένης γλώσσας οι δυσλεκτικοί μαθητές ενδέχεται να εμφανίσουν την αδυναμία που παρουσιάζουν στην εκμάθηση της μητρικής τους γλώσσας. Ωστόσο πρέπει να τονισθεί ότι δεν είναι απαραίτητο να παρουσιάσουν δυσκολίες στην ξένη γλώσσα όλοι οι μαθητές που έχουν δυσλεξία στη μητρική τους γλώσσα. Μερικές φορές η δυσλεξία “ανακαλύπτεται” ακριβώς λόγω των ανεξήγητων δυσκολιών που παρουσιάζει ο μαθητής στην ξένη γλώσσα.

Μπορώ να κάνω κάτι;

Για τη σωστή αντιμετώπιση του μαθησιακού προβλήματος, ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να εξατομικεύσει τη διδασκαλία ανάγνωσης και γραφής και να την προσαρμόσει στις ανάγκες κάθε παιδιού χωριστά. Ωστόσο, η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση του μαθησιακού προβλήματος βοηθά όχι μόνο στην επιτυχή αποκατάσταση αλλά και στην αποφυγή των ψυχολογικών προβλημάτων που προκαλεί η καθημερινή αποτυχία που βιώνουν τα δυσλεκτικά παιδιά στο σχολείο και στο σπίτι.

Πηγή: Κυριακή Πουλάκη-Ευταξιοπούλου, M.Ed Ψυχοπαιδαγωγός